Θέρος










































Στις 13 Ιουνίου 2011 ο πολιτιστικός σύλλογος Μονής  Μαλεβυζίου αναβίωσε το Θέρος της ταγής.

Το θέρισμα των δημητριακών γίνεται με τη σειρά της ωριμότητας αυτών με πρώτο το κριθάρι, δεύτερο, το μιγάδι (κριθάρι -σιτάρι), τρίτο το σιτάρι και τελευταία την ταγή . Στο θέρισμα των σιτηρών χρησιμοποιείται το δραπάνι, ένα σιντερένιο εργαλείο με ξύλινη χερολαβή. Με τη βοήθεια του δρεπανιού η θερίστρα αποσπά μικρό τμήμα από τα άθερα στάχυα, το οποίο πιάνει από το μέσο περίπου του ύψους τους και αμέσως κατεβάζει το δρεπάνι και κόβει σύριζα τα πιασμένα στάχυα. Την κίνηση αυτή επαναλαμβάνει δυο τρεις φορές  μέχρι να γεμίσει το εσωτερικό της παλάμης της με θερισμένα στάχυα. Η πρώτη και δεύτερη ποσότητα του θερίσματος λέγεται πιάσμα και τα πιάσματα που γεμίζουν τη χούφτα της θερίστρας λέγονται μάτσα. Το κάθε μάτσο τοποθετείται χάμω και πίσω από την αποθέρα (σημείο που χωρίζει θερισμένο και αθέριστο χωράφι) σε τέτοιο τρόπο ώστε οι κεφαλές του ενός μάτσου να αγγίζουν τις ράπες του άλλου μάτσου. Μ αυτό τον τρόπο και με την τοποθέτηση τεσσάρων έως έξι μάτσων δημιουργούνται οι λεγόμενες αγκαλιές, οι οποίες δένονται αργότερα και σχηματίζονται τα δεμάτια. Κάθε τέσσερα δεμάτια κάνουν ένα φορτίο για το αλώνι, όπου στοιβιάζονται  μεθοδικά στον καθορισμένο για το κάθε είδος χώρο του αλωνόγυρου και σχηματίζουν τις λεγόμενες θημωνιές. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις κακοχρονιάς που τα σιτηρά, ιδίως στις χαλέπες, δεν παίρνουν μπόι (ύψος). Και τότε ούτε θερίζονται με δρεπάνι ούτε δένονται σε δεμάτια, αλλά συγκομίζονται με τα χέρια και κουβαλούνται (μεταφέρονται) με τσ ανάπλες.
 Οι θερίστρες για τον ήλιο φορούν μαντήλια,΄ενώ για τα αγριόχορτα φορούν κάλτσες σε χέρια και πόδια.
 Για δροσερό νερό,χρησιμοποιούσαν το πήλινο σταμνί.
Οι καλές ή κακές χρονιές και οι καλές ή κακές σοδειές εξαρτούνται από τις πολλές ή λίγες βροχές της χρονιάς, τόσο οι πρώϊμες όσο και προ πάντων οι όψιμες. Ο γεωργός όμως αποδίδει μεγαλύτερη σημασία για την καλή απόδοση της χρονιάς, στα. όψιμα νερά και τονίζει: «Σαν βγάλει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε κείνο το ζευγά πούχει πολλά σπαρμένα».
Ανεξάρτητα από την καλή ή κακή χρονιά όταν τα χωράφια είναι πολύ μακριά από το χωριό οι θεριστάδες των σιτηρών για να μη χάνουν εργάσιμο χρόνο στο άμε κι έλα  ξωμένουν  στο χωράφι και μόνο ο κουβαλητής πηγαινοέρχεται στο αλώνι, και στο χωριό, απ όπου παίρνει και τη φαγοπιοτούρα της εργατιάς κάθε μέρα.
Η διατροφή των  θεριστάδων δεν είναι καθόλου πλουσιοπάροχη κι αυτό γιατί σχεδόν πάντοτε στην αργατιά συμμετέχει και η νοικοκερά του σπιτιού κι έτσι δεν υπάρχει στο σπίτι το κατάλληλο πρόσωπο, που θα φροντίζει για την κατά το δυνατό καλύτερη διατροφή. Η στοιχειώδης αυτή διατροφή γίνεται σε τρία στάδια καθημερινά. Το πρώτο στάδιο είναι το κολατσό , που γίνεται γύρω στις εννιά και περιελάμβανε συνήθως τυρί,ελιές και ψωμί ή ντάκο.Το δεύτερο στάδιο ημερήσιας διατροφής είναι το μεσημεριάτικο, οπότε τρώγεται μεγειρεμένο φαγητό, που ετοιμάζει στο σπίτι στα γρήγορα ο κουβαλητής και το μεταφέρνει μέσα στο κατάλληλο πήλινο ή εμαγέ δοχείο στο χωράφι. Το μαγείρεμα αυτό αποτελείται συνήθως από όσπρια και μάλιστα πρωτοφανίστικα κουκιά (νέας σοδειάς) . Και το τελευταίο στάδιο της διατροφής αυτής είναι το δείπνο με μαγειρεμένο πάλι φαγητό, για το οποίο φροντίζει ο κουβαλητής και το οποίο τρώγεται κάτω από το φως του φεγγαριού, ή μιας μικρής φουνάρας (φλόγας) που ανάβουν κοντά στον πρόχειρο καταυλισμό τους οι θερισταδες από τη μια για να βλέπουν κι από την άλλη για να μη σιμώνουν (πλησιάζουν) κατά τις ώρες του ύπνου τα έχνη και τα μικρά δηλ. τα άγρια μικρά ζώα (αρκάλοι-ζουρίδες) και τα ερπετά.
Άμα θεριστούνε τα μακρινά χωράφια και οι θερισταδες πλησιάζουν οτα κοντινά, το θέρος διακόπτεται συνήθως κοντά στο μεσημέρι και το συνεργείο του θερισμού επιστρέφει στο χωριό, όπου η νοικοκερά ετοιμάζει το μεσημεριανό φαγητό, μερικοί από τσι θερισταδες ασχολούνται στο να βάλουν τα βούγια στ αλώνι για τ αλώνεμα των λοϊσιμάτων και οι υπόλοιποι ετοιμάζονται για άλλες δουλειές, που έμειναν πίσω, όπως το πότισμα ή η καλλιέργεια των κήπων κ.τ.λ.
Οι κατά μέρος δουλειές του θερισμού είναι από τις πιο επίπονες είτε μένει στο χωράφι και ασχολείται ο εργαζόμενος με το θερισμό και το δέσιμο των σταχυών είτε επιδίδεται στο κουβάλημά τους. Γι αυτό έχει τεθεί και από μια τζ αρχής (από πολύ παλιά) το δίλημμα στον εργαζόμενο που λέει «θες θέριζε και δένε-θες δένε και κουβάλιε».