Tης Mαρίας Τζανή
Tώρα τελευταία έχω αρχίσει να κάνω βόλτες με το ποδήλατο. Το σκεφτόμουν αλλά δεν το αποφάσιζα, δείλιαζα, είχα να ανέβω σε ποδήλατο απ’το γυμνάσιο, σκεφτόμουν ότι ίσως είχα ξεχάσει και ίσως δεν ήξερα πια ισορροπία.. μπα, δεν ξεχνιέται τελικά.
Η ποδηλασία είναι ιδανική άσκηση για φυσική κατάσταση και, μεταξύ μας, η καλύτερη και ανέξοδη ψυχοθεραπεία.
Παίρνοντας λοιπόν το ποδηλατάκι μου και με την αυτοπεποίθηση νεόκοπης ποδηλάτισας, ανάμεσα σε κορναρίσματα και απότομα φρεναρίσματα, άρχισα να περιδιαβαίνω δρόμους και στενάκια της πόλης μου.
Και είδα πολλά.
Είδα γυναίκες ηλικιωμένες να κάθονται με καρέκλες έξω από το σπίτι τους να πλέκουν και να κουβεντιάζουν, σαν το παλιό καλό καιρό.
Είδα παρέες εφήβων, αγοράκια με περίεργα κουρέματα και κοριτσάκια που βιάζονται να γίνουν γυναίκες. Παιδιά μη βιάζεστε, αργότερα θα αναζητάτε τα χρόνια αυτά.
Είδα τον γιο σε με μια αυλή να τσακώνεται με τη μητέρα για τη σύνταξη της. Δεν αντέχω άλλο του έλεγε, να βρεις μια δουλειά. Αυτός να την βρίζει χυδαία κι αυτή με σκυμμένο το κεφάλι να τρέχει μέσα να κλειστεί.
Είδα μισάνοιχτες πόρτες σε ισόγεια σπίτια και δεν φοβήθηκα, πλησίασα και είδα στρώματα απλωμένα στη σειρά, ανθρώπων που ήρθαν στην Ελλάδα για το αμερικάνικο όνειρο και τώρα κάνουν ότι μπορούν για να ξυπνήσουν.
Είδα μια γυναίκα να κουβαλάει τα ψώνια και να σταματάει στην άκρη για να ξεκουραστεί, αφήνοντας τις σακούλες κάτω. Μου θύμισε τη μητέρα μου, πόσες φορές έχει κάνει παρόμοιες διαδρομές. Σταμάτησα, χρειάζεστε βοήθεια, τη ρώτησα. Χαμογέλασε. Όχι κοπέλα μου σ’ ευχαριστώ, εδώ πιο κάτω μένω. Νομίζω, πήρε δύναμη.
Είδα έναν καλοντυμένο άνδρα να παρκάρει το ακριβό του αυτοκίνητο και να βγαίνει απ’ αυτό αγέλαστος, χαμένος στις σκέψεις του. Πωλείται, έλεγε το κίτρινο χαρτί πάνω στο αυτοκίνητο, πωλείται έλεγε και το μέλλον του ιδιοκτήτη του.
Είδα κοπέλες μελαμψές να περπατάνε πάνω κάτω την παραλιακή, αυτή την πιο απόμερη. Κορίτσια, δεν κουραστήκατε να περπατάτε, πηγαίνετε σπίτι σας, αυτός ο δρόμος που διαλέξατε έχει αρχή αλλά δεν έχει τέλος.
Είδα μαγαζιά ξενοίκιαστα, θυμήθηκα ότι σε πολλά από αυτά είχα παραβρεθεί στα εγκαίνια τους και σε κάποια άλλα γνώριμα σε μένα από μικρό παιδί. Είδα την ταμπέλα ενός από τα πιο παλιά δισκοπωλεία του Ηρακλείου στη λεωφόρο Δικαιοσύνης ακουμπισμένη κάτω, από αυτό αγόραζα τις πρώτες μου κασέτες για τα γουόκμαν μου.
Είδα όμως και νέα μαγαζιά ν’ανοίγουν, καλή τύχη να έχετε.
Είδα τουρίστες να κυκλοφορούν στην πόλη μας, κύμα ελπίδας για την τοπική οικονομία. Εύχομαι να έβαλαν επιτέλους μυαλό αυτοί που ασχολούνται με τον τουρισμό και να τους αντιμετωπίζουν με περισσότερο σεβασμό και τιμιότητα γιατί ο τουρίστας έχει ξεπεράσει προ πολλού το στάδιο «συρτάκι, μουσακάς, τζατζίκι» έρχεται πλέον ενημερωμένος και απαιτητικός.
Είδα τουρίστες έξω από το αρχαιολογικό μας μουσείο με τους χάρτες στα χέρια, πάω να φύγω είπα, άντε πάλι να προσπαθώ να τους εξηγήσω γιατί παραμένει κλειστό τα τελευταία 7 χρόνια. Αφού, ούτε εγώ δεν ξέρω τον λόγο.
Είδα σπίτια ασβεστωμένα με βασιλικούς να μοσχομυρίζουν σε ντενέκες από φέτα, θυμήθηκα το σπίτι της γιαγιάς μου στη Μονή, όπως ήταν παλιά. Όταν ακόμα υπήρχε το νυχτολούλουδο, δίπλα στην αυλόπορτα.
Είδα μια οικογένεια, πατέρας, μητέρα και δυο παιδιά να κάνουν βόλτα στο μώλο με τα ποδήλατα τους, να μιλάνε δυνατά και να γελάνε. Υγιής εικόνα, σκέφτηκα.
Είδα άπορους να ψάχνουν στους κάδους σκουπιδιών, χωρίς την παλιά συστολή, η ανέχεια φέρνει τόλμη. Είμαστε εδώ κοιτάξτε μας, φωνάζουν ολόκληροι.
Είδα ανθρώπους φτωχικά ντυμένους και δίπλα τα παιδιά τους ντυμένα με γνωστές μάρκες, γνήσια ή απομιμήσεις δεν το ξέρω, αυτό που ένιωσα όμως ήταν ότι ο γονιός μπορεί να στερηθεί τα πάντα για να μη στερήσει τίποτα στο παιδί του.
Είδα αμέτρητα ενεχυροδανειστήρια, εικόνα μέχρι πρότινος άγνωστη για την πόλη μας, με αμέτρητα λαμπάκια να τα φωτίζουν. Σβήστε τα, δεν υπάρχει κάτι να γιορτάσει αυτός που σας επισκέπτεται.
Είδα γνωστούς μου στο δρόμο με το χαμόγελο στα χείλη αλλά με μια ανομολόγητη πίκρα στα μάτια, δύσκολη η φετινή χρονιά για πολύ κόσμο. Άλλους πάλι εντελώς παραδομένους, πολύ ευαίσθητοι για την εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Είδα μια κοπέλα κρεμασμένη στο κινητό της να μιλάει συνεχώς και να σου έρχεται αυθόρμητα να την τραβήξεις από φόβο μην την πατήσει κανένα αυτοκίνητο.
Είδα στο σπίτι που έμενε παλιά ένα αγαπημένο μου πρόσωπο που έφυγε, να ανάβει ξανά φως. Η ζωή συνεχίζεται, οι αναμνήσεις όμως μένουν.
Είδα συνοικιακά μπαράκια να έχουν βγάλει τραπεζάκια στις αυλές και πεζοδρόμια, ηλικιωμένοι και αλλοδαπές στα ίδια τραπέζια, αστεία εικόνα, λίγο ακόμα και περίμενες να δεις τον μπάρμπα Γιώργη να κουβαλά τον δίσκο με γλυκύ βραστό και λουκουμάκι.
Είδα μια μητέρα να κρατά αγκαλιά την κορούλα της και να της σιγοτραγουδά ένα τραγούδι σε μια γλώσσα άγνωστη, τόσο γνώριμος ήχος όμως, οι μητέρες όλου του κόσμου ίδιες είναι.
Είδα ένα ζευγάρι ερωτευμένο να περπατά πιασμένο χέρι χέρι, όχι από φόβο μη χαθούν αλλά από τη λαχτάρα τους να είναι μαζί.
Είδα.. πολλά είδα ακόμα. Αλλά κυρίως, σε αρκετές από τις εικόνες αυτές, είδα τον εαυτό μου.
πηγή www.cretalive.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου